Βλάχοι
ΙΣΤΟΡΙΑ - ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - ΕΘΙΜΑ - ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ
Η καταγωγή των βλάχων του Αλμυρού
Οι Βλάχοι της περιοχής Αλμυρού είναι γνωστοί με το όρο «Αρβανιτόβλαχοι» ή «Αρβαντόβλαχοι». Ο όρος αυτός υποδηλώνει εκείνους τους Βλαχόφωνους Έλληνες που οι πρόγονοι τους είχαν βρεθεί να κατοικούν στις περιοχές της Βόρειας Ηπείρου. Αυτή τους η συνύπαρξη με τους εκεί αρβανίτες είχε σαν αποτέλεσμα την γνώση εκτός της Βλάχικης, της Ελληνικής, επιπροσθέτως και της Αλβανικής γλώσσας, η οποία επικρατούσε ως γλώσσα συνεννόησης και συναλλαγών στις περιοχές τους. Δηλαδή οι Αρβανιτόβλαχοι είναι ένας από τους κλάδους των Βλάχων οι οποίοι στις μέρες μας είναι διασκορπισμένοι σε διάφορα μέρη της Μακεδονίας, Ηπείρου, Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας. Από την άποψη της γλώσσας δηλαδή, ήταν όλοι τρίγλωσσοι (ελληνικά, βλάχικα και αλβανικά).
Θα πρέπει να ξεκαθαρίσω επίσης για την περιοχή που μιλάμε, πως οι κάτοικοι εννοείται πως ήταν Έλληνες. Μέχρι την αρχαία ελληνική πόλη του Ωρικού και τον Γεννούσο ποταμό κατοικούσαν Ελληνικά φύλλα σύμφωνα με τον Στράβωνα και τον Πολύβιο. Υπήρχε έντονη, συνεχής και αδιάλειπτη παρουσία των Ελλήνων. Πέρα από τον Γεννούσο ποταμό υπήρχαν Ιλλυρικά φύλα. Σε όλη αυτή την περιοχή υπάρχουν ερείπια αρχαίων οικισμών, θεάτρων, ναών, αγγεία κλπ. ίδιας ακριβώς τεχνοτροπίας με της κυρίως Ελλάδας. Αλβανικά φύλλα εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στην περιοχή άνωθεν του Ελμπασάν αρκετούς αιώνες μετά (οι αποκαλούμενοι skypetare-σκιπιτάροι), γύρω στον 11ο αι. μ.Χ., ενώ γραπτές αναφορές για Βλάχους υπάρχουν από τον 6ο αι. μ.Χ. και μετέπειτα, πάρα πολλές φορές. Για τις εγκαταστάσεις των Βλάχων στην σημερινή Αλβανία βασιζόμαστε στις μαρτυρίες των Rubin και Berard οι οποίοι συμφωνούν πως υπάρχουν τουλάχιστον 200 βλαχοχώρια έως το Ελμπασάν (δες επόμενο χάρτη). Ο Στράβων ορίζει ως το βορειοδυτικό σύνορο του Ελληνισμού με τους Ιλλυριούς την αρχαία Εγνατία οδό, δηλ. τον Γενούσο ποταμό τον ρου του οποίου η Εγνατία ακολουθεί σε μεγάλη διαδρομή.
Χάρτης στον οποίο βλέπουμε τα βέλη στον Γεννούσο ποταμό που δείχνουν έως που υπήρχαν
Βλαχόφωνοι Έλληνες (τα ιστορικά όρια του Ελληνισμού), και από εκεί και επάνω Ιλλυριοί
και αργότερα Αλβανοί.
Επίσης επισημαίνονται με κύκλο η Μοσχόπολη και η Κορυτσά, ξακουστά κέντρα των Βλάχων.
Ενδεικτικά αναφέρω εδώ τα λόγια του καθηγητή της Σορβόννης Victor Berard στα τέλη του 19ου αι. για τους Βλάχους του Ελμπασάν: «…Οι Βλάχοι έχουν τη δική τους εκκλησία, τη δικιά τους γλώσσα, και τα δικά τους σχολεία…Και στα δυο τους σχολεία η διδασκαλία γίνεται στα Ελληνικά. Ελληνικός ο κλήρος τους, ελληνική και η λειτουργία. Οι ίδιοι μιλάνε Βλάχικα στη συνοικία τους και Ελληνικά στο παζάρι. Κοντολογίς έχουν Ελληνική συνείδηση και δηλώνουν Έλληνες...»
Θα πρέπει να διευκρινίσω επίσης πως οι Βλάχοι που βρέθηκαν να κατοικούν στην Νότια Αλβανία δεν είναι στο σύνολο τους Αρβανιτόβλαχοι. Είναι χαρακτηριστικό πως –ειδικά παλιότερα- πολλοί ηλικιωμένοι αγνοούσαν τον παραπάνω όρο, και αυτοπροσδιορίζονταν ως «νόι χίμ Φρασερότς» (δηλ. «εμείς είμαστε Φρασσεριώτες»).
Στην πραγματικότητα ο σωστός όρος είναι «Φρασσερ(ι)ώτες» γιατί ο όρος «Αρβανιτόβλαχοι» και μεταγενέστερος είναι και επικράτησε μόνο και μόνο για να μας ξεχωρίζει ως προς την τοποθεσία καταγωγής από τις άλλες ομάδες Βλάχων (πχ Γραμμουστιάνοι είναι οι καταγόμενοι από την περιοχή του Γράμμου, Περιβολιώτες οι από το Περιβόλι Γρεβενών κ.ο.κ.).
Η κοιτίδα λοιπόν των Βλάχων του Αλμυρού είναι η ευρύτερη περιοχή του χωριού Φράσσιαρη (ή Φράσσαρα) της σημερινής Νότιας Αλβανίας. Η Φράσσιαρη (Frashari ή Frasher) γύρω στα 1700 ήταν μία δυναμική κωμόπολη στην περιφέρεια της Πρεμετής, η οποία αποτελούνταν από Βλάχους οι οποίοι ασχολούνταν αποκλειστικά με την κτηνοτροφία και τα μουλάρια (αγωγιάτες). είχε πάνω από 600 σπίτια και πολλές εκκλησίες. Κατόπιν καταστράφηκε τρεις φορές από τους Οθωμανούς και πολλοί Φρασσαριώτες κατέφυγαν στην γειτονική περιφέρεια της Κορυτσάς και κυρίως στα χωριά Δάρδα, Ντεσνίτσα και Πλιάσα απ΄ όπου και κατέβηκε η συντριπτική πλειοψηφία των Βλάχων του Αλμυρού. Σήμερα πάρα πολλοί Φρασαριώτες βρίσκονται ακόμη και στις μέρες μας στην περιοχή της Κορυτσάς. Επίσης πάρα πολλοί είναι στην Αμερική και μάλιστα ο εκεί Σύλλογος τους έχει ιδρυθεί το 1903!!
Σύμφωνα με ιστορικές πηγές διακρίνονταν για τον ανδρείο και σκληρό χαρακτήρα τους. Διατηρούν αρκετά παλιά έθιμα, ακόμη και τη βεντέτα κατά τον Π. Κανελλίδη (περιοδικό ¨Εβδομάς¨, Αθήνα,1887). Το έθιμο της βεντέτας (ασμαλίκι), συναντάται απ’ όσον ξέρω στους «Κολονιάτες» Βλάχους (δηλ. από την περιοχή Κολόνια της Βόρειας Ηπείρου). Αξιοσημείωτο είναι πως λόγω της μετακινήσεως του πληθυσμού το καλοκαίρι, και επειδή οι αγωγιάτες απασχολούνταν πολύ και σε μη βλαχόφωνες περιοχές, όλοι οι άνδρες ήταν πολύγλωσσοι. Εκτός από τα βλάχικα, τα ελληνικά, και τα αλβανικά όπως προείπαμε, αρκετοί ακόμη μιλούσαν την βουλγάρικη, κάποιοι ακόμη και την τούρκικη γλώσσα. Η γλώσσα των Φρασσαριωτών είναι μία πρωτο-ρωμαϊκή διάλεκτος, η οποία εξ αιτίας της αργής τους ανάπτυξης είναι η πιο απαρχαιωμένη συγκριτικά με άλλα νεολατινικά ιδιώματα, και με τις λιγότερες ξένες επιρροές. Η εσωστρεφής και απομονωμένη ζωή τους, προστάτεψε την γλώσσα τους από επιρροές άλλων βαλκανικών φυλών. Οι ξενόφερτες λέξεις στο Φρασσαριώτικο ιδίωμα είναι αλβανικές και τούρκικες. Οι ελληνικές λέξεις στο λεξιλόγιό τους έχουν να κάνουν με τεχνικούς, στρατιωτικούς ή διοικητικούς όρους και σε κάθε περίπτωση εισήχθησαν αφού η γλώσσα είχε ήδη διαμορφωθεί.. Είναι μία γλώσσα σχεδόν δύο χιλιάδων ετών, και θεωρείται μία από τις αρχαιότερες και «καθαρότερες» γλωσσικά της Ευρώπης (λόγω των ενδογαμιών).
Όσον αφορά τα επαγγέλματα τους ήταν αποκλειστικά κτηνοτρόφοι και μεταφορείς – κυρατζήδες. Ελάχιστοι ήταν και ραφτάδες οι οποίοι όμως ήταν φημισμένοι για την δουλειά τους και τροφοδοτούσαν μάλιστα και όλη την αγορά της Κορυτσάς.
Σε κάθε τσελιγκάτο αποκλειστικός «κουμανταδόρος» ήταν ο τσέλιγκας, ένα σεβάσμιο απ’ όλους πρόσωπο που ρύθμιζε όλες τις οικονομικές δοσοληψίες και όχι μόνο. Ενδεικτικά αναφέρω ότι ρύθμιζε ακόμη και τους γάμους των νέων. Ο λόγος του ήταν νόμος. Σε περίπτωση θανάτου του, η εξουσία μεταβιβαζόταν στον μεγαλύτερο από τους γιους του.
Ένα άλλο ισχυρό και συνηθισμένο έθιμο των Φρασσαριωτών ήταν το να γίνονται κάποια αγόρια «αδελφοποιτοί». Στην περίπτωση αυτή ορκίζονταν στο ευαγγέλιο («φορτάτς ντ’ ευαγγέλιο»). Πήγαιναν στον παπά ο οποίος διάβαζε μία ευχή, και σε ένα ποτήρι με κρασί έσταζαν αίμα από τα δάχτυλα τους το οποίο και έπιναν. Ήταν συχνότατο φαινόμενο και συμβόλιζε την ένωση των Φρασσαριωτών και τους ισχυρούς δεσμούς που τους ένωναν.
Τελείως ενδεικτικά αναφέρω εδώ μερικά από τα μεγαλύτερα ¨φαλκάρια¨ (φάρες) Φρασσαριωτών: Κουτίνας, Τόρης, Μόσιος, Μπάρδας, Τσούτσας, Μπουλαμάτσης, Βλιώρας, Ρόσσιος, Πατσέας, Νάστας, Τόνας, Τόπας, Γκάγκας, Τσαραόσης, Ρέππας, Δημάκης, Γιάννας ή Γιάννος, Χαντζιάρας, Πιτούλης, Φάτσης, Τράσιας, Κούρος, Στεργίου.
Φαρσαριώτισσες της Κορυτσάς – Φωτογραφία των αδελφών Μανάκια, 1905
Οι μεγαλύτερες εγκαταστάσεις Φρασσαριωτών – Αρβανιτοβλάχων στην Θεσσαλία είναι ο Αλμυρός, το Σέσκλο, το Αργυροπούλι (Καρατζόλι) Τυρνάβου, η Ροδιά Τυρνάβου και η Νέα Ζωή (πρώην Μπούρσιανη) Καλαμπάκας. Σχεδόν όλοι στους ανωτέρω οικισμούς έχουν δεσμούς συγγένειας με τους αντίστοιχους Φρασσαριώτες που βρίσκονται στην Κατερίνη (περιοχή Νοσοκομείου) αλλά και στην Νιζόπολη Σκοπίων (περιοχή Μοναστηρίου). Υπάρχουν μαρτυρίες αιωνόβιων γερόντων που το αποδεικνύουν αυτό, γραπτά κείμενα, ήθη και έθιμα διαφορετικά από των άλλων Βλάχων, πάρα πολλά κοινά επίθετα φυσικά, και βέβαια και το μοναδικό πολυφωνικό τραγούδι το οποίο είναι γνώρισμα κυρίως των Φρασσαριωτών. Στους Φρασσαριώτες το πολυφωνικό τραγούδι είναι γενικευμένο, ενώ η ατομική εκτέλεση σχεδόν ανύπαρκτη. Είναι ένα φαινόμενο ίσως μοναδικό στον Ευρωπαϊκό χώρο.
Ο Γάλλος περιηγητής Michel Sivignon αναφέρει χαρακτηριστικά το 1975 για τους Αρβανιτόβλαχους – Φρασσαριώτες: «Ήρθαν στην Θεσσαλία πριν έναν αιώνα τουλάχιστον, διωγμένοι από την Αλβανία το πιθανότερο από κάποιο πολιτικό γεγονός. Συνέχισαν να ασκούν τις ποιμενικές τους δραστηριότητες, αν και πολλοί εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Τυρνάβου. Αυτή είναι η περίπτωση στο Αργυροπούλι που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού αυτού του μεγάλου χωριού…Παραδόξως ο Αλμυρός συγκεντρώνει έναν αρκετά μεγάλο αριθμό οικογενειών που έχουν γεννηθεί στην νότια Αλβανία, δείγμα των παλαιότερων ποιμενικών σχέσεων που διατηρούσαν οι Βλάχοι ανάμεσα στην πεδιάδα του Αλμυρού και στα βουνά της Κορυτσάς…»
Στους πίνακες που ακολουθούν θα δούμε μία καταγραφή των Βλάχων που κατέβηκαν στον Αλμυρό το έτος 1878 και το 1880.
Η σύνταξη αυτού του καταλόγου έχει γίνει από το Αστυνομικό τμήμα Αλμυρού τον Νοέμβριο του 1900 (ΑΥΕ, 1904 ΚΑ΄ Προξενείου Ελασσώνος, συνημμένη αναφορά αστυνόμου Αλμυρού προς ΥΠΕΞ 20-11-1900), και οφείλεται λογικά στην ανάγκη να ασκηθεί σε αυτούς κάποιας μορφής εποπτεία, ανάγκη η οποία άλλωστε έχει διατυπωθεί και σε άλλα διασωθέντα έγγραφα του Υπουργείου Εξωτερικών προς το Υπουργείο Εσωτερικών (αναφέρω ενδεικτικά το από 6-10-1893 έγγραφο του ΥΠΕΞ προς το Υπ. Εσωτερικών, ΑΥΕ Β΄ Αρχείον 1894, Κωνσταν/λεως πρεσβεία, και 975 εμπιστ./31-7-1894 έγγραφο του ΥΠΕΞ, καθώς και μία επιστολή του Μητροπολίτου Γρηγορίου όπου τονίζει πως οι αρχές της Θεσσαλίας μπορούν να καταστήσουν τους Βλάχους «τους καταλληλότερους αποστόλους της ελληνικής ιδέας» όταν αυτοί ξαναγύριζαν στην Μακεδονία).
Σαν πρώτη παρατήρηση που θα κάνει ο οποιοσδήποτε διαβάσει τους πίνακες, θα είναι να σκεφθεί πως λείπουν από τον κατάλογο πολλά γνωστά ονόματα. Αυτό πιθανώς σημαίνει πως κάποιες οικογένειες πολύ απλά ήταν στον Αλμυρό πριν το 1878, ή κατέβηκαν μετά το 1881 και την απελευθέρωση από τους Τούρκους, όπου οι συνθήκες ήταν σίγουρα καλύτερες. Ενδεικτικά αναφέρω τις οικογένειες Τσούτσα και Τόρη οι οποίες όντως κατέβηκαν μετά το 1881, και μάλιστα σε πρώτη φάση κατέβηκαν στο Αργυροπούλι και μετά κάποιος κλάδος τους στον Αλμυρό.
Επίσης να έχουμε υπ όψιν μας πως πολλά ονόματα έχουν παραφθαρεί στο πέρασμα του χρόνου, και κάποιοι ίσως έχουν αλλάξει το επώνυμο τους λόγω κάποιου γεγονότος (π.χ. ένας φόνος).
Ειδικά για το αρβανιτοβλάχικο φαλκάρι των Τσουτσαίων η πρώτη αγορά (και εγκατάσταση συνάμα) έγινε από τον Γιαννάκη Νάστου Τσούτσα στο Αργυροπούλι, ο οποίος το έτος 1884 αγόρασε από τον Τούρκο Ιμπραήμ Ισουίν περιουσία αξίας 115 αργυρών δραχμών.
Ξεκαθαρίζω ότι αναφέρονται παρακάτω οι οικογένειες που κατέβηκαν το 1878 και το 1880 μόνο, και όχι εκείνοι που ήταν εγκατεστημένοι στον Αλμυρό πριν από το 1878, ή κατέβηκαν μετά το 1880.
Διαμένοντες εν Αλμυρώ και περίχωρα Επαρχίας Αλμυρού από το 1878 διαρκώς
Όνομα |
Χωριό προέλευσης |
Επαρχία |
Λάμ. Σπάγος |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
Στέφος Σπάγος |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
Αποστ. Σπάγος |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
Γεώργ. Σπάγος |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
Νικόλ. Κ. Σπάγος |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
Δήμ. Σπάγος |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
Νικόλ. Σπάγος |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
Ιωάν. Μπάμπος |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
Αθαν. Μπάμπος |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
10. Χρ. Μπάμπος |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
11. Αθαν. Αναστ. Μπάμπος |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
12. Δημήτρ. Στεφ. Σπάζος |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
13. Ηλίας Χρήστου |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
14. Δημητρ. Χρήστου |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
15. Ευθ. Χρήστου |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
16. Δημ. Ευθυμίου |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
17. Ν. Χ. Τζιάντζος |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
18. Δημ. Χ. Τζιάντζος |
Ντεσίνιτσα |
Κορυτσάς |
19. Λάμπρος Τζιάντζος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
20. Μιχ. Τζιάντζος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
21. Χρ. Τζιάντζος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
22. Βασιλ. Χ. Τζιάντζος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
23. Βασιλ. Α. Τζιάντζος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
24. Σπυρ. Β. Τζιάντζος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
25. Δημ. Β. Τζιάντζος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
26. Χρ. Λιάκου Μεκλαμίτσης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
27. Γάκης Μεκλαμίτσης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
28. Ιωαν. Μεκλαμίτσης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
29. Δημ. Νένος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
30. Πόντος Νένος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
31. Βασιλ. Νένος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
32. Απόστ. Φωτίου |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
33. Φωτ. Κώτος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
34. Αθ. Μπουζίκας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
35. Χρ. Π. Κώτη |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
36. Βασιλ. Μανελής |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
37. Λάμπρος Μάμος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
38. Πήλιος Μπιλαμάτσης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
39. Α. Μιχ. Χατζής |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
40. Γεωργ. Αν. Φωτίου |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
41. Κων. Μανιόλης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
42. Χρ. Τόπας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
43. Γεώργ. Τόπας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
44. Αθαν. Τόπας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
45. Δημ. Ε. Τόπας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
46. Χρ. Α. Τόπας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
47. Ν. Ε. Τόπας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
48. Δημ. Τύζας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
49. Λάμπρος Μίχου |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
50. Δημ. Μπαντής |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
51. Βασ. Τσέλος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
52. Ναούμ Σουλιώτης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
53. Κων. Τέζας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
54. Αθαν. Τέζας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
55. Πέτρος Ντόντος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
56. Ν.Κ. Τέζας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
57. Ζάκας Ντόντος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
58. Χρ. Γιακάλας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
59. Κ. Μαπράτσης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
60. Σωτ. Μαπράτσης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
61. Γεώργ. Σιούτης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
62. Τύγος Ν. Μπαντής |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
63. Ιωάν. Κιλομήτρος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
64. Ντίκας Μποχάρης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
65. Σ. Κ. Καρδίσιος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
66. Νάκος Ι. Μπάϊς |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
67. Νικ. Ι. Μπάϊς |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
68. Τ...κός Πίτος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
69. Ντίνος Ευαγγέλου |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
70. Κ. Τσακάλης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
71. Ιωάν. Παπάς |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
72. Βασ. Τέντας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
73. Μιχ. Νήνας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
74. Ιωάν. Νήνας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
75. Κων. Μανώλης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
76. Κων. Στέλας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
77. Μιχ. Λούπος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
78. Αθαν. Μπάρδας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
79. Χρ. Μπάρδας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
80. Πάλης Μπάρδας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
81. Κέντρος Μπάρδας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
82. Νικ. Χειμάρας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
83. Κων. Κούτσης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
84. Κ. Φασήλας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
85. Β. Φατμελής |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
86. Ν. Καρελής |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
87. Μιχ. Σερέτης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
88. Τέζες Χατζής |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
89. Κ. Ράπης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
90. Γεωργ. Ράπης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
91. Αθαν. Ράπης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
92. Φωτ. Ράπης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
93. Α. Μπαμπίνης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
94. Δήμος Νόστης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
95. Αναστ. Γεωργίκης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
97. Ν. Μπαλαμίτσης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
98. Κ. Σαράφης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
99. Α. Σαράφης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
100. Γ. Τουμπέτης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
101. Διαμ. Μέτου |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
102. Αναστ. Γέτσος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
103. Γεωργ. Γέτσος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
104. Νικ. Γέτσος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
105. Χρ. Γέτσος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
106. Μιχ. Γέτσος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
107. Νικ. Τένας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
108. Ηρ. Πούλιος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
109. Αδάμ Μπούκας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
110. Ιωαν. Μπούκας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
111. Πέτρος Καραμάνης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
112. Φωτ. Χ. Ούτας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
113. Λυμπέρ. Ούτας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
114. Σωτ. Μπραίτης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
115. Θεόδ. Κέντας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
116. Χρ. Μαυρομάτης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
117. Νικ. Μαυρομάτης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
118. Νικ. Τένας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
119. Στεργ. Τένας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
120. Σωτ. Τένας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
121. Βασ. Τσίμας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
122. Ιωάν. Τσίμας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
123. Ανδρ. Τσαμίτας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
124. Κων. Τσαμίτας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
125. Στεργ. Τσαμίτας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
126. Κων. Μέμος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
127. Αντ. Μπίντας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
128. Χρ. Ευαγγέλου |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
129. Φωτ. Αναστασίου |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
130. Β. Κορδίτσας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
131. Παντ. Κορδίτσας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
132. Βασ. Τσέλιας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
133. Βασιλ. Σενάζος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
134. Ιωάν. Μπουτέλας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
135. Δημ. Μπουτέλας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
136. Αναστ. Μπουτέλας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
137. Πούλιος Ρούσης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
138. Κέντρος Νάστας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
139. Μιχ. Μπάρδας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
140. Γεώργ. Μπάρδας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
141. Στεργ. Μπάρδας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
142. Ιωαν. Μπάρδας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
143. Λάμπρος Μπάρδας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
144. Αναστ. Μπάρδας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
145. Χρ. Λιάνης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
146. Ιωάν. Τούλος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
147. Φ. Σέρας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
148. Σπυρ. Σέρας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
150. Χρ. Σέρας |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
151. Φωτ. Μπαλαμάτσης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
152. Στεργ. Μπαλαμάτσης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
153. Ιωάν. Μπαλαμάτσης |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
154. Χρ. Πεταλάς |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
155. Βασιλ.Γιαννέλος |
Πλιάσα |
Κορυτσάς |
Καταγόμενοι εκ του εξωτερικού και διαμένοντες εν Αλμυρώ από το 1880 διαρκώς
Όνομα |
Χωριό προέλευσης |
Επαρχία |
1. Ναούμ Μιχαήλ |
Τσιφλίκια |
Κορυτσάς |
2. Σωτ. Ντάκος |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
3. Βασ. Ζήσης |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
4. Ναούμ Δημητρίου |
Κορυτσά |
Κορυτσάς |
5. Ανάσης Γεωργίου |
Κρούσοβον |
Κορυτσάς |
6. Θ. Τσούρμος |
Σλίμνιτσα |
Καστοριάς |
7. Παν. Ευθυμίου |
Κορυτσά |
Κορυτσάς |
8. Λάμπρ. Ευθυμίου |
Κορυτσά |
Κορυτσάς |
Διαμένοντες τον χειμώνα εν Αλμυρω και το θέρος εν τω εξωτερικό
Όνομα |
Χωριό προέλευσης |
Επαρχία |
1. Τρ. Παπαδόπουλος |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
2. Θωμάς Αντωνίου |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
3. Κων. Αντωνίου |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
4. Ιωαν. Αντωνίου |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
5. Σωτ. Τζάμος |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
6. Χρ. Τζάμος |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
7. Σωτ. Κωνσταντίνου |
Πρόγρη |
Κορυτσάς |
8. Λαζ. Κωνσταντίνου |
Πρόγρη |
Κορυτσάς |
9. Ραφ. Κότας |
Κορυτσά |
Κορυτσάς |
10. Κώνστ. Κότας |
Κορυτσά |
Κορυτσάς |
11. Αθ. Μποζανός |
Κορυτσά |
Κορυτσάς |
12.Βας. Κτώνας |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
13. Σωτ. Δημητρίου |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
14. Γεώργ. Μπότσης |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
15. Παν. Κόντας |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
16. Παναγ. Σοέμας |
Βοβοστίτσα |
Κορυτσάς |
17. Θεμ. Τζάμος |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
18. Δημ. Τζάμος |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
19. Παναγ. Τόλετση |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
20. Περ. Νικολάου |
Κορυτσά |
Κορυτσάς |
21. Σωτ. Φάτσης |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
22. Σωτ. Θέμελης |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
23. Νικ. Νάσος |
Δάρδα |
Κορυτσάς |
24. Χρ. Αντωνίου |
Τρένη |
Κορυτσάς |
25. Παν. Ευαγγέλου |
Καμενίτση |
Κορυτσάς |
26. Λαμπρ. Ευαγγέλου |
Καμενίτση |
Κορυτσάς |
27. Ραφ. Ευαγγέλου |
Καμενίτση |
Κορυτσάς |
28. Γώργ. Ευαγγέλου |
Καμενίτση |
Κορυτσάς |
Κάποιες παρατηρήσεις που μπορούμε να κάνουμε στα πιο πάνω στοιχεία είναι πως σε συντριπτικό ποσοστό οι παραπάνω οικογένειες προέρχονται από την περιοχή της Κορυτσάς.
Η πιο πάνω μετακίνηση γίνεται στα μέρη του Αλμυρού το 1878 έτος κήρυξης του Ρωσο-Τουρκικού πολέμου κάτι που σίγουρα συνετέλεσε στο "κατέβασμα’’ αυτών. Οι περισσότερες οικογένειες προέρχονται από την Πλιάσα ή Πλεάσα, ενώ οι υπόλοιποι από την Ντεσίνιτσα ή Ντεσνίτσα της επαρχίας Κορυτσάς.
Υπάρχει και μία δεύτερη μετακίνηση Βλάχων η οποία είναι πολύ μικρότερη, αφορά 8 οικογένειες, και γίνεται στα 1880 και πιθανόν να συνδέεται με τη ληστρική δράση αλβανικών συμμοριών στον χώρο της Ηπείρου.
Βλέπουμε πάντως πως ανάμεσα στο 1878 και στο 1880 εγκαθίστανται στον Αλμυρό 163 βλάχικες οικογένειες, ενώ εγκατάσταση βλάχων έχουμε και μετά την απελευθέρωση του 1881 όπως προείπαμε, αλλά και μετά τον άτυχο ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Δυστυχώς δεν μας δίνεται κανένα στοιχείο για τον αριθμό των μελών κάθε οικογένειας. Αν υποθέσουμε πως κάθε οικογένεια είχε 5 μέλη τουλάχιστον, μιλάμε για μετεγκατάσταση 800-900 ατόμων από την Κορυτσά μέσα σε δύο έτη (1878-1880).
Να ξεκαθαρίσουμε ακόμη πως δεν μιλάμε μόνο για την πόλη του Αλμυρού γιατί εδώ συμπεριλαμβάνονται και τα κοντινά χωριά Νεράιδα και Ανθότοπος, τα οποία κατοικούνταν κατ΄ εξοχήν από Βλάχους. Επίσης και η Σούρπη στην επαρχία Αλμυρού έχει σημαντικό αριθμό βλάχικων οικογενειών.
Επίσης ένα άλλο σημείο το οποίο δεν είναι απόλυτα ξεκάθαρο αφορά το τι γινόταν στην περιοχή μας πριν το 1878. Είναι γνωστός ο θρύλος που θέλει τα μουλάρια τα οποία μετέφεραν τα υλικά για να χτιστεί ο Άγιος Νικόλαος το 1802 να ανήκουν σε βλάχους αγωγιάτες. Και όχι μόνο τα υλικά, καθώς είναι καταγεγραμμένο πως και την εικόνα του Αγίου Νικολάου η οποία στόλισε εκείνη την πρώτη εκκλησία, την έστειλαν Βλάχοι από την Κορυτσά, άλλο ένα δείγμα των στενών σχέσεων αυτών των δύο περιοχών (Βίκτ. Κοντονάτσιος, Εισήγηση στο Α΄ Συνέδριο Αλμυριώτικων Σπουδών - 1991). Η πλάκα η οποία ήταν εντοιχισμένη στον ναό άλλωστε έγραφε:
«Η παρουσα η εκκλησία του εν αγίοις πατρός ημών νικολάου, αρχιερατέβοντος του θεοφιλεστάτου επισκόπου κιρήου Ηεροθέου κε εξόδων τον Φιλοχρήστων διά χίρας Μαστοροδήμου Ζαπανιότη κε επιτροπεύοντος κολλίγον κε κερατζίδων έτος αωβ Δικεμ. 30».
Κυρατζήδες (αγωγιάτες – μεταφορείς δηλαδή) τότε, ήταν μόνο οι Βλάχοι της περιοχής, άρα λογικά σε αυτούς αναφέρεται.
Εκείνη την εποχή μάλιστα ο Αλμυρός είχε 40 ελληνικές οικογένειες που ήταν δουλοπάροικοι στους Τούρκους, ενώ οι Βλάχοι είχαν το εμπόριο, τις μεταφορές και την οικονομική δύναμη στα χέρια τους. Είναι πιθανό μετά την καταστροφή της Μοσχόπολης από τον Αλή Πασά τον Τεπενενλή και τις γενικευμένες σφαγές των Οθωμανών στην περιοχή εκεί, να υπήρχε ένα κατέβασμα οικογενειών προς τον κάμπο της Θεσσαλίας μετά το 1770.
Άρα λογικά προϋπήρχαν κάποιες οικογένειες στην περιοχή οι οποίες ίσως ήταν και ο αρχικός σύνδεσμος με την περιοχή της Κορυτσάς. Και φυσικά όλοι γνωρίζουν τη νοοτροπία που υπάρχει πως «εμείς οι Βλάχοι πάμε εκεί που έχει δικούς μας».
Επίσης να αναφέρουμε εδώ με την ευκαιρία πως περιορισμένης έκτασης εγκαταστάσεις βλαχόφωνων έχουμε στην περιοχή της Δημητριάδας τον 11ο αι. μ.Χ. Αυτό προκύπτει από εκκλησιαστικά έγγραφα, γράμματα επισκόπων, και δωρητήριες παραχωρήσεις. Επίσης να σημειώσουμε πως πριν την Δ΄ Σταυροφορία ένα τμήμα της Θεσσαλίας αποτελούσε ξεχωριστή διοικητική περιφέρεια με το όνομα ¨Θεσσαλική Βλαχία¨. Αυτό προκύπτει από ένα χρυσόβουλο του Αλεξίου Γ΄ που χορηγεί προνόμια στους Ενετούς. Στο χρυσόβουλο αυτό ένα τμήμα της Θεσσαλίας προσδιορίζεται ως «Provincia Valachie» σε αντίθεση με την περιοχή της Δημητριάδας που προσδιορίζεται ως « Episkepsis Demetriados». Αμέσως μετά την κατάληψη της Πόλης από τους Σταυροφόρους μάλιστα, (το 1204), η συνθήκη διανομής διατηρεί αυτό τον χωρισμό, ενώ η «Provincia Valachie» μετονομάζεται σε «Provincia Blachie».
Επίσης αρβανιτόβλαχοι κτηνοτρόφοι και αγωγιάτες στον ορεινό όγκο της Όθρυος καταγράφονται από πολύ παλιότερα και πιο συγκεκριμένα από τον 12ο αι. Περιγράφονται μάλιστα από τον Νικόλαο Γιαννόπουλο (περιοδικό «Ιερός Σύνδεσμος») ως άγριοι και φιλοπόλεμοι που λήστευαν και σκότωναν. Όλα αυτά όμως απαιτούν περαιτέρω έρευνα, η οποία θα φωτίσει άγνωστες πτυχές της ιστορίας των Αρβανιτόβλαχων του Αλμυρού.
1η Φωτογραφία: Φράσαρη – περιοχή Βίλε
2η και 3η Φωτογραφία: Δύο κατεστραμμένα σχολεία στην Φράσαρη το 2003
Οι φωτογραφίες είναι από το βιβλίο «Το τετράδιο…της ζωής μου» του Στέργιου Βασ. Φώτου από το Σέσκλο και το οδοιπορικό του στην Β. Ήπειρο το 2003.